Δευτέρα 29.04.2024

Αγχωμένη Gen Z : Ο ρόλος των social media και οι ευθύνες των γονιών, σύμφωνα με έναν κοινωνικό ψυχολόγο

Για την εύθραυστη ψυχική υγεία των νέων, ο Αμερικανός κοινωνικός ψυχολόγος και ευπώλητος συγγραφέας Jonathan Haidt, ρίχνει τον λίθο του αναθέματος στα smartphones και τους υπερπροστατευτικούς γονείς

Στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Η Αγχωμένη Γενιά», ο Αμερικανός κοινωνικός ψυχολόγος και ευπώλητος συγγραφέας Jonathan Haidt καταλογίζει στους σημερινούς γονείς ότι είναι υπερπροστατευτικοί με τα παιδιά στην πραγματική ζωή, χωρίς όμως να έχουν καταφέρει να τα προφυλάξουν από τις απειλές του διαδικτύου. Συνεπεία του πρώτου, οι νέοι είναι ανέτοιμοι για τις προκλήσεις του αληθινού κόσμου. Συνεπεία του δεύτερου, βίωσαν την υπερέκθεση σε επιβλαβές περιεχόμενο από πολύ μικρή ηλικία.

Για τον Ηaidt, καθηγητή από το 2011 στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Stern του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, είναι τα smartphones και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media) που εκτόξευσαν τα επίπεδα άγχους, κατάθλιψης και αυτοκτονιών μεταξύ των νέων. Είναι καιρός, θα πει, «να επιστρέψουμε το τζίνι της τεχνολογίας πίσω στο μαγικό λυχνάρι».

Η κυκλοφορία του βιβλίου του για την αγχωμένη γενιά Ζ, τα παιδιά και τους εφήβους 12-27 ετών σήμερα, ακολουθεί την επικαιρότητα: στη Βρετανία εκπέμπουν συναγερμό για το μισό εκατομμύριο αντικαταθλιπτικά που συνταγογραφήθηκαν σε παιδιά το περασμένο έτος, το 15% του παιδικού πληθυσμού στις ΗΠΑ λάμβανε ψυχιατρικά φάρμακα το 2021 ενώ στην Ευρώπη η λήψη αντικαταθλιπτικών υπερδιπλασιάστηκε τα τελευταία 20 χρόνια.

Έλλειψη σκοπού και γονείς «ελικόπτερα» 

Ο Haidt εντοπίζει δύο βασικούς υπαίτιους για την εύθραυστη ψυχική υγεία της δοκιμαζόμενης νεολαίας. Αρχικά, απουσιάζει η αίσθηση του σκοπού με αποτέλεσμα τα ρεκόρ στα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης. Έρευνα από το Harvard Graduate School of Education έδειξε ότι τρεις στους πέντε από τη γενιά Ζ δεν έβρισκαν κάποιο σκοπό στη ζωή τους, και ένας στους δύο ανέφερε ότι αυτή η απουσία νοήματος επιβάρυνε σημαντικά την ψυχική του υγεία. Έπειτα, την κατάσταση δεν βοηθούν οι γονείς «ελικόπτερα», που βρίσκονται παντού γύρω από το παιδί, είναι υπερπροστατευτικοί και παρεμβατικοί ακόμα και χωρίς να συντρέχουν λόγοι.

Μεγαλώνοντας σε μια προστατευτική φούσκα, τα παιδιά δεν βρίσκουν έδαφος να εξασκήσουν τις αρετές της προσαρμοστικότητας και της ανθεκτικότητας και γίνονται υπερευαίσθητα, δειλά και δύσπιστα, ιδανικά θύματα για τη χειραγώγηση της αγέλης. Μπαίνουν σε αυτό που ο ψυχολόγος αποκαλεί «λειτουργία άμυνας».

Σε άρθρο της Evening Standard όπου φιλοξενήθηκαν οι απόψεις του Haidt, γίνεται λόγος για μια ισχνή σύνδεση μεταξύ της πρόσφατης θεωρίας του για τους γονείς «ελικόπτερα» και του προηγούμενου έργου του για την σημερινή εποχή της ακραίας πόλωσης (tribalism), ενός «φυλετισμού» κατά τον οποίο δημιουργούνται ομάδες σύγκρουσης στην πολιτική και κοινωνική ζωή χωρίς διάθεση να επικοινωνήσουν και να συνδιαλλαγούν.

Ο Haidt, αναφέρει το άρθρo, φημίζεται για την εναντίωσή του στην “woke culture”, την κοινωνική τάση που αναδύθηκε τα τελευταία χρόνια και προτάσσει την αφύπνιση και τον συνειδητοποιηµένο ακτιβισµό κόντρα στις κοινωνικές και κάθε λογής αδικίες. Για την παθογένεια της κλονισμένης ψυχικής υγείας των νέων, σύμφωνα με τον ίδιο, ευθύνεται εν πολλοίς η «λειτουργία άμυνας», η υπερπροστατευτικότηταπου χαρακτηρίζει τη woke γενιά, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα safe spaces στα πανεπιστήμια απέναντι στον πόλεμο αξιών (culture wars). «Κάποτε [τα πανεπιστήμια] ήμασταν πολύ έξυπνοι χώροι, όπου οι έξυπνοι άνθρωποι έλεγαν έξυπνα πράγματα· τώρα είμαστε πολύ ανόητα μέρη όπου οι έξυπνοι άνθρωποι σιωπούν, όσο οι άλλοι άνθρωποι λένε ανόητα πράγματα» περιγράφει ο Haidt.

Κατ’ αντιστοιχία, οι υπερπροστατευτικοί γονείς που απέκλεισαν το «παιχνίδι χωρίς επιτήρηση», στέρησαν από τα παιδιά τη «λειτουργία ανακάλυψης», να είναι δηλαδή ανοιχτά σε νέες ιδέες, να διαχειρίζονται καλύτερα το άγχος, να είναι πιο ευτυχισμένα και θωρακισμένα έναντι των κινδύνων και απειλών. Μιλά για την αξία του ελεύθερου παιχνιδιού που έχει επιβεβαιωθεί ερευνητικά· σύμφωνα με σχετικά ευρήματα, τα παιδιά που χόρτασαν παιχνίδι στη γειτονιά χωρίς συνεχή επίβλεψη είχαν περισσότερους φίλους και πιο ανεπτυγμένες κοινωνικές και κινητικές δεξιότητες συγκριτικά με παιδιά που πήγαιναν για παιχνίδι στο πάρκο συνοδεία των γονιών. Επιπροσθέτως, τους δινόταν μια μοναδική ευκαιρία να αναπτύξουν την αίσθηση αυτονομίας, σημαντικό εφόδιο για την οικοδόμηση της αυτοπεποίθησης.

Οι πραγματικοί κίνδυνοι

Από τη δεκαετία του 1990 έχει σημειωθεί ραγδαία πτώση «στους κινδύνους για τα παιδιά από την εγκληματικότητα, τη βία, τους μεθυσμένους οδηγούς και άλλους παράγοντες» γράφει στο τελευταίο βιβλίο του, αποδίδοντας το αυξανόμενο πρόβλημα των υπερπροστατευτικών γονιών στην «κατάρρευση της αλληλεγγύης μεταξύ ενηλίκων», εξαιτίας του βομβαρδισμού από ειδήσεις για απαγωγές και εγκλήματα.

«Η αυτοκτονία είναι η κύρια αιτία θανάτου στις ΗΠΑ, με 49.449 θύματα το 2022» σημειώνει ο Haidt. Για τους Αμερικανούς 10 έως 24 ετών, το ποσοστό παρέμεινε σταθερό μεταξύ 2001 και 2007 (περίπου 6,9 ανά 100.000), αλλά από το 2011, καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης άρχισαν να κυριαρχούν, παρατηρήθηκε αύξηση της τάξεως του 60% μέχρι το 2021, με την αναλογία να διαμορφώνεται σε 11,0 ανά 100.000. Ανοδικές τάσεις καταγράφονται και στην Ελλάδα. «Τα παιδιά σήμερα έχουν περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν ως αυτόχειρες παρά από φόνο», υπογραμμίζει ο ψυχολόγος. Το κακό ωστόσο δεν καιροφυλακτεί μόνο στο διαδίκτυο.

Οι ειδικοί σημειώνουν ότι τα ποσοστά εκφοβισμού έχουν αυξηθεί για το 50% των εφήβων και στον φυσικό κόσμο. Ένα στα τρία παιδιά δέχεται εκφοβισμό και ένα στα έξι αισθάνεται πως το σχολείο δεν βοηθά. Τα στατιστικά στοιχεία του «Χαμόγελου του Παιδιού» για το 2022 έδειξαν ότι ένα παιδί εξαφανίζεται ανά περίπου δύο ημέρες και ο οργανισμός δέχεται μία κλήση παιδιού σε κίνδυνο το λεπτό στη γραμμή SOS 1056. Συνολικά, παρατηρήθηκε αύξηση 74% στον αριθμό των εξαφανίσεων παιδιών και εφήβων.

Η κατάσταση μοιάζει με δίκοπο μαχαίρι· οι απειλές βρίσκονται τόσο έξω, στον πραγματικό κόσμο, όσο και μέσα, στον εικονικό, εκεί που οι νέοι πέφτουν θύματα παρενόχλησης και σεξουαλικών επιθέσεων, χάνουν την αυτοπεποίθησή τους και φλερτάρουν με την κατάθλιψη και τους εθισμούς.

Για τον Haidt, η γονεϊκή επιτήρηση στο διαδίκτυο δεν είναι ασύμβατη με τη μεγαλύτερη ανεξαρτησία στην παιδική ηλικία· κρατώντας τα παιδιά ασφαλή στο διαδίκτυο, τους δίνεται περισσότερος χώρος για να αναπτύξουν αντοχές στον πραγματικό κόσμο. «Οι γονείς πρέπει να εμπιστεύονται περισσότερο τα παιδιά τους και να τα αφήνουν να παίρνουν ρίσκα» δηλώνει. Ακόμη και αν παραβλέψει κάποιος τις παγίδες του αληθινού κόσμου ωστόσο, μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση οι γονείς, όταν οι ίδιοι αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στις οθόνες αντί στα παιδιά τους;

πηγή

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ