Τετάρτη 16.10.2024

Ο μεγάλος κίνδυνος που διατρέχουν οι γυναίκες που δεν κάνουν συχνά σεξ

Το εύρημα έρευνας που προβληματίζει.

ια πρόσφατη μελέτη, που βασίστηκε σε δεδομένα από την Εθνική Έρευνα για την Υγεία και τη Διατροφή 2005-2010 (NHANES) στις ΗΠΑ, διαπίστωσε ότι οι γυναίκες που σπάνια επιδίδονται σε σεξουαλική δραστηριότητα αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο θανάτου σε σύγκριση με εκείνες που κάνουν σεξ τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.

Επιπλέον, τα άτομα με κατάθλιψη που έκαναν σεξ πολύ λιγότερο από μία φορά την εβδομάδα είχαν κατά πολύ υψηλότερο κίνδυνο να πεθάνουν από εκείνους που έκαναν σεξ περίπου μία φορά την εβδομάδα. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκανστο περιοδικό Journal of Psychosexual Health.

Διαπιστώθηκε, συγκεκριμένα, ότι οι γυναίκες ηλικίας 20 έως 59 ετών που έκαναν σεξ λιγότερο από μία φορά την εβδομάδα είχαν 70% υψηλότερο κίνδυνο να πεθάνουν μέσα σε πέντε χρόνια σε σύγκριση με εκείνες που έκαναν σεξ περισσότερο από μία φορά την εβδομάδα.

Οι γυναίκες που έκαναν λιγότερο σεξ διαπιστώθηκε ότι είχαν αυξημένα επίπεδα μιας πρωτεΐνης που συνδέεται με τη φλεγμονή, η οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβη σε υγιή κύτταρα, ιστούς και όργανα.

Οι συγγραφείς της μελέτης από το Πανεπιστήμιο Walden στην Πενσυλβάνια πιστεύουν ότι το σεξ συμβάλλει στην καλή υγεία της καρδιάς, «ενδεχομένως μειώνοντας τη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού και αυξάνοντας τη ροή του αίματος».

Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «υπάρχουν οφέλη για τις γυναίκες που κάνουν σεξπερισσότερο από μία φορά την εβδομάδα ή περίπου τέσσερις φορές το μήνα».

 

Το συχνό σεξ έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει πολλά οφέλη στην υγεία. Συμβάλλει στη μείωση του στρες και στη βελτίωση της διάθεσης μέσω της απελευθέρωσης ενδορφινών και ωκυτοκίνης. Μπορεί, επίσης, να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, καθιστώντας τον οργανισμό πιο ανθεκτικό στις λοιμώξεις και τις ασθένειες.

Ωστόσο, οι ερευνητές έσπευσαν να σημειώσουν ότι ενώ το σεξ μπορεί να βελτιώνει την υγεία, τα ευρήματα θα μπορούσαν επίσης να υποδεικνύουν ότι οι άνθρωποι με κακή υγεία έχουν λιγότερη ικανότητα να κάνουν σεξ.

Για να βρουν τα άτομα για τη μελέτη η ομάδα χρησιμοποίησε μια μεγάλη βάση δεδομένων από τα Κέντρα Ελέγχου Ασθενειών των ΗΠΑ (CDC) με δεδομένα από έρευνες, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με την κατάθλιψη, την παχυσαρκία, την εθνικότητα και τις αναφορές σεξουαλικής δραστηριότητας.

Στη βάση δεδομένων συμπεριλήφθηκαν επίσης οι απαντήσεις στην ερώτηση: «Τους τελευταίους 12 μήνες, πόσες φορές κάνατε κολπικό ή πρωκτικό σεξ;».

Οι επιλογές περιλάμβαναν: ποτέ, μία φορά, δύο έως 11 φορές, 12 έως 51 φορές, 52 έως 103 φορές, 104 έως 364 φορές και 365 φορές ή περισσότερες κατά τους τελευταίους 12 μήνες.

Οι εκθέσεις έδειξαν ότι περίπου το 95% των συμμετεχόντων έκανε σεξ περισσότερες από 12 φορές το χρόνο, ενώ το 38% το έκανε μία φορά την εβδομάδα ή και περισσότερο.

Είναι ενδιαφέρον ότι η ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι τα άτομα με κατάθλιψη που έκαναν σεξ λιγότερο από μία φορά την εβδομάδα διέτρεχαν 197% κίνδυνο πρόωρου θανάτου.

Ο Δρ. Srikanta Banerjee, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, υπέθεσε ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι «τα άτομα με κατάθλιψη αλλά υψηλή σεξουαλική συχνότητα δεν αισθάνονται τόσο πολύ τις βλαβερές συνέπειες της κατάθλιψης. Το σεξ απελευθερώνει ενδορφίνες που μπορεί να αποτρέψουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία», δήλωσε στην DailyMail.com.

Οι κίνδυνοι για τους άνδρες από την υπερβολή

Από την άλλη πλευρά, η μελέτη αποκάλυψε ότι οι άνδρες που έκαναν πολύ σεξ έκαναν στον εαυτό τους περισσότερο κακό παρά καλό.

«Οι άνδρες με υψηλή σεξουαλική συχνότητα», έγραψαν οι ερευνητές, «είχαν έξι φορές περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν αυξημένη θνησιμότητα από ό,τι οι γυναίκες».

Αυτό ίσχυε ακόμη και όταν οι επιστήμονες αφαίρεσαν μεταβλητές όπως η υγεία, η συμπεριφορά, το επάγγελμα, το εισόδημα και η εθνικότητα.

Κατά τη διάρκεια του σεξ, το σώμα απελευθερώνει αδρεναλίνη και κορτιζόλη στην κυκλοφορία του αίματος, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο καρδιακός ρυθμός, και η αρτηριακή πίεση. Ως εκ τούτου, το να κάνει κανείς πολλές φορές σεξ αυξάνει και τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, όπως έχει διαπιστωθεί κατά καιρούς από μελέτες και έρευνες.

Πηγή

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ