Και όταν ρίξη ο παπάς το Σταυρό, κολυμπούν οι άνθρωποι να τον πιάσουν και αναμεταξύ οι γυναίκες, όσο να πιάσουν το Σταυρό από τη θάλασσα, παίρνουν με μια κρατούνα(νεροκολόκυθο)νερό από 40 κύματα και έπειτα βουτούν βαμβάκι μέσα στο νερό και πλένουν τις εικόνες δε λαλάνε(άλαλο νερό).
Ύστερα το νερό εκείνο το πηγαίνουν στην εκκλησία και το χύνουν σε μέρος που δε πατιέται
Παίρνουμ’ αγιασμό απ’ την αγκλησά(=εκκλησία) του Φωτός, την πρώτη μέρα,(όχ’ ανήμερα) και κάνουμ’ μαργαρίτες.
Ζ’μώνουμ’ ζ’μάρι με νερό και με τον αγιασμό κ’έπειτα τ’ ανελούμε καλά πυρώνουμ’ το πλακί (πέτρα) και το βάζουμ’ στην πυρουστιά και φωτιά πολλή αποκάτ’ και χύνουμ’ με το κουτάλ’ αργιά αργιά και γίνουνται τρυπίτσες. Και λέμε στα παιδιά, ότι έρχονται Καλλ’καντζάρ’ και τις τρυπούν.
Τα Φώτα, την παραμονή, μόλις βασιλέψ’ ο ήλιος, γίνονται παρέες και δυο απ’ αυτούς φορούν μουτσούνες. Είναι ντυμέν’, βάζουν κάτ’ τσόλια ,και παν απ΄΄ο σπίτ’ σε σπίτ’ και φοβερίζουν τα παιδιά.
Έχουν και κ’δούνια, τρέχουν και βροντούν τα κ’δούνια (ταbadaτζούδκα τα λέμε, badaτζος = καλλικάντζαρος).Άμα ακούσουν τα παιδιά, κρυβγιένται κι αυτοί ρωτούν: Κλαίν’ τα παιδιά.