Του Μανόλη Καψή
Σοφότεροι δεν βγήκαμε. Ποιοι λόγοι εθνικής ασφαλείας οδήγησαν την ΕΥΠ να θέσει υπό παρακολούθηση το τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη; Απάντηση δεν πήραμε. Ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι δεν γνώριζε ότι έχει γίνει “επισύνδεση” του τηλεφώνου, ότι οι πρωθυπουργοί δεν πρέπει να ξέρουν και δεν ξέρουν (θεωρητικά) ποιους παρακολουθεί η ΕΥΠ και ότι λόγοι απορρήτου δεν του επιτρέπουν να αποκαλύψει τους λόγους που η ΕΥΠ “άκουγε” τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Ο μόνος που μπορεί να το μάθει είναι ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης που όμως, είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης χθες στη Βουλή, δεν θέλει να πάει να ενημερωθεί. Συνεπώς, μία είναι προφανώς η λύση. Να ενημερωθεί ο Νίκος Ανδρουλάκης αρμοδίως και μετά να ανακοινώσει εκείνος τους λόγους που ήταν υπό παρακολούθηση, ώστε να κρίνουμε και το μέγεθος της γκάφας (επιεικώς). Ποιος ζήτησε την “επισύνδεση”; Η ΕΥΠ ή άλλη υπηρεσία; Υπήρχε το όνομα Νίκος Ανδρουλάκης ή υπήρχε απλώς ένας αριθμός τηλεφώνου; Υπήρχε αναφορά σε συγκεκριμένους λόγους εθνικής ασφάλειας;
Οσοι ανέμεναν μια έκπληξη ή μια αποκάλυψη από τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή, όσοι επένδυαν σε πιο σαφείς απαντήσεις από πλευράς του πρωθυπουργού απογοητεύθηκαν. Να είναι μόνο οι λόγοι του απορρήτου, όσο εύλογοι κι αν είναι, που εξηγούν τη στάση του πρωθυπουργού, στη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών;
Μήπως ένα σοβαρό θέμα λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών και των μυστικών υπηρεσιών, ένα σκάνδαλο με πολλά αναπάντητα ερωτήματα, είναι πιο διαχειρίσιμο πολιτικά, αν μετατραπεί σε έναν κλασικό καυγά Μητσοτάκη- Τσίπρα και κυβέρνησης- ΣΥΡΙΖΑ και χαθεί μέσα στον θόρυβο της κλωτσοπατινάδας; Μήπως και ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιστεύει ότι υποθέσεις όπως αυτές των υποκλοπών, συγκινούν ελάχιστους “ευαίσθητους” εκλογείς και αυτό θα φανεί και στις δημοσκοπήσεις του Φθινοπώρου; Μήπως εκτιμά ότι το σκάνδαλο της υπόθεσης Ανδρουλάκη, θα το καταπιεί και αυτό, η αποστροφή του κεντρώου χώρου για τον λαϊκισμό και τα ψέματα του ΣΥΡΙΖΑ; Η μήπως τα λάθη στον χειρισμό είναι τόσο εύγλωττα και προφανή ώστε δεν αντέχει καμία άμυνα;
Οποια κι αν είναι η ερμηνεία, η κυβέρνηση παραμένει στη γωνία και όσο δεν δίνονται διευκρινίσεις και πειστικές εξηγήσεις, η υπόθεση θα παραμένει στο προσκήνιο. Ο πρωθυπουργός, που εξελέγη όχι μόνο για να μειώσει τους φόρους και να ανατάξει την οικονομία, αλλά ακριβώς επειδή οι “ευαίσθητοι” ψηφοφόροι του κέντρου αηδίασαν με την υπονόμευση των θεσμών από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα είναι λιγότερο πειστικός για τις εκσυγχρονιστικές του προθέσεις και τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του. Παρακολουθεί η κυβέρνηση τους πολιτικούς της αντιπάλους; Υπάρχουν και άλλοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι που είναι σε παρακολούθηση;
Η σιωπή του θα εκλαμβάνεται ως αλαζονεία. Και αυτό θίγει προσωπικά τον πρωθυπουργό και την εικόνα του και μπορεί να μην φανείς άμεσα, αλλά είναι δυνατόν να υπονομεύσει τις εκλογικές επιδόσεις της Νέας Δημοκρατίας στον μακρύ χρόνο.
Ακόμα μεγαλύτερη είναι η ζημιά στη διεθνή εικόνα της χώρας, με δημοσιεύματα να κάνουν λόγο ότι ίσως “πρέπει και πάλι να ανησυχούμε για την Ελλάδα” (βλ. Reuters). Η ενεργειακή ακρίβεια και το μεγάλο χρέος συνδυάζονται πλέον με μια πολιτική κρίση.
Απέναντι στο μπαράζ των δημοσιευμάτων του διεθνούς τύπου για τις υποκλοπές, η κυβέρνηση αντέδρασε δια του εκπροσώπου της με έναν πρωτοφανή επαρχιωτισμό, που υποκρύπτει όμως και έναν αυταρχισμό παλαιάς κοπής. Σίγουρα και τα νεύρα που υπάρχουν στο Μαξίμου.
Αν πιστέψουμε τον κ. Οικονόμου, τα δημοσιεύματα είναι κακόβουλα και οι δημοσιογράφοι γνωστοί για τις σχέσεις τους με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το τελευταίο υποτίθεται ότι εξηγεί και το ύφος των κειμένων. Οποιες και αν είναι όμως οι ενστάσεις μας για τον τίτλο- για παράδειγμα- του δημοσιεύματος των New York Times ή για την ερμηνεία του Politico της επιστολής του Ελληνα πρέσβη στις Βρυξέλλες για τις υποκλοπές, οι απαντήσεις του κ. Οικονόμου αποκαλύπτουν, στην καλύτερη περίπτωση, δυσανεξία στην κριτική.
Ακόμα και οι δημοσιογράφοι της DW έγραψαν για συνεχείς οχλήσεις από το Μαξίμου ώστε να περιορίσουν την κριτική και να κατεβάσουν τους τόνους. Η στοχοποίηση των δημοσιογράφων από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, δεν θυμίζει μόνο τις πρακτικές των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όταν όσοι δεν συμμερίζονταν το όραμα για την αμεσοδημοκρατία ήταν φιλελέ “υπηρέτες του ΔΝΤ” και άνθρωποι μειωμένου πατριωτισμού. Είναι κυρίως ατελέσφορη. Παρωχημένη και αναποτελεσματική.
Θα χρειαστεί πολύ δουλειά και πιθανώς ένας άλλου τύπου εκπρόσωπος, ικανός να επικοινωνήσει με τους ξένους δημοσιογράφους, για να αποκατασταθεί η ζημιά. Κυρίως όμως θα χρειαστούν πειστικότερες απαντήσεις…